στου ποταμού το γύρισμα θα γείρω αργά..σαν Άνοιξη που άργησε να'ρθει

Κυριακή 29 Ιουλίου 2012

Επειδή έτσι.

Σε αγαπώ επειδή έτσι.


Λιώνω.
-If I'm butter then he's a hot knife.-


Επειδή έτσι
σαν κόκκος άμμου σκορπίζομαι στον άνεμο.


Με εισπνέεις βαθιά στα πλεμόνια σου
κι εκεί κρύβομαι αιωνίως
μέχρι πάνω σ'ένα παγωμένο ιατρικό τραπέζι
να με κατηγορήσουν ότι σε δολοφόνησα.



Θα πεις ότι δεν βγάζει νόημα το 'αιωνίως' με το 'μέχρι'
μα αλήθεια,
τι βγάζει νόημα στον δικό μας έρωτα, έρωτά μου;


Γελάς άηχα, όπως πάντα.
Γελώ δυνατά, ως συνήθως.
Μου κρατάς το χέρι και με κοιτάς βαθιά στα μάτια σχεδόν απειλητικά.


'Σκότωσέ με'
λοιπόν.

Κυριακή 20 Μαΐου 2012

Έρως ανίκατε μάχαν, κυρίες και κύριοι


Κοίταζες τον ήλιο που έδυε για ώρα
και σώπαινες.
Σώπαινα κι έγω.
Προσπαθούσα από μακριά ν'ανιχνεύσω τους κτύπους της καρδιάς σου.

Έκαψες το καβούκι μου
έκαψες την ασφάλεια
την ζεστασιά
την ευκολία.
Και άνθισα..

Κοιτώντας τα χέρια σου
μου πέρασε στιγμιαία απ'το μυαλό
μην είσαι αυτό που έλεγε ο Πλάτωνας οτι ζούμε για να βρούμε.

Ξεκινήσαμε να περπατούμε αργά
το έδαφος αντιχούσε στο πάτημά μας
κι οι μικρές στιγμές που ζήσαμε χόρευαν σαν λαμπιρίδες παντού γύρω μας.

Με κράτησες απ'την μέση
και έβαλες επιβλητικά το δάκτυλό σου πάνω στα χείλη μου
για να σωπάσεις τις σκέψεις που επέμεναν να πετάγονται από το στόμα άθελά μου.

'Ο Χρόνος
εκείνος ο κύριος με τα μακριά άσπρα γένια
δεν χαρίζεται σε ρομαντισμούς μικρών νεανίδων' ήταν η τελευταία μου σκέψη.

Κι όμως...
είχαμε πει πως θα τον υπερβούμε.
Θυμάσαι;
Φυσικά και θυμάσαι.

Μίλησες, επιτέλους
και κατάλαβα ότι υπήρξα γελοία

Γευόμουν τα αλμυρά δάκρυά μου
ο Φόβος,
ενδεδυμένος το ειρωνικό χαμόγελό του μέχρι τότε,
σώπασε στην παρατεταμένη αγκαλιά σου,
η ανάσα σου ζεστή στον λαιμό μου,
σκέφτηκα ότι αυτη η μυρωδιά σου από νύχτα θα μου λείψει
κάποτε.

Όχι όμως τώρα
όχι σύντομα
και δεν με νοιάζει πότε.

Άνθισαν γαρδένιες παντού γύρω μας
φάνηκε πως ο Φόβος κρύφτηκε στην φωλιά του
όταν είδε ότι δεν μας νικά.

'Ηρθε ξανά η Ανοιξή και μας ανήκει
επειδή αγαπούμε.

Παραφέρομαι
παραφέρεσαι
παραφερόμαστε.

Ατέρμονα.

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Κική Δημουλά-


Εν μέσω λογισμών και παραλογισμών
άρχισε κι η βροχή να λιώνει τα μεσάνυχτα
μ’ αυτόν τον πάντα νικημένο ήχο
σι, σι, σι.
Ήχος συρτός, συλλογιστός, συνέρημος,
ήχος κανονικός, κανονικής βροχής.
Όμως ο παραλογισμός
άλλη γραφή κι άλλην ανάγνωση
μού’ μαθε για τους ήχους.
Κι όλη τη νύχτα ακούω και διαβάζω τη βροχή,
σίγμα πλάι σε γιώτα, γιώτα κοντά στο σίγμα,
κρυστάλλινα ψηφία που τσουγκρίζουν
και μουρμουρίζουν ένα εσύ, εσύ, εσύ.
Και κάθε σταγόνα κι ένα εσύ,
όλη τη νύχτα
ο ίδιος παρεξηγημένος ήχος,
αξημέρωτος ήχος,
αξημέρωτη ανάγκη εσύ,
βραδύγλωσση βροχή,
σαν πρόθεση ναυαγισμένη
κάτι μακρύ να διηγηθεί
και λέει μόνο εσύ, εσύ, εσύ,
νοσταλγία δισύλλαβη,
ένταση μονολεκτική,
το ένα εσύ σαν μνήμη,
το άλλο σαν μομφή
και σαν μοιρολατρία,
τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ’ αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ’ άλλα νά’ ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.

Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2011

Διευκρινίζοντας, ίσως..


{Φύσαει ένα δροσερό αεράκι απόψε...
You're coming back for me.}


Ώρες, ώρες πνίγομαι..


όχι, όχι, δεν είναι μια θηλιά που με τυλίγει.
Είναι απλώς σαν να εξαντλείται το οξυγόνο γύρω μου
κι εγώ ανήμπορη ν'ανοίξω το παράθυρο
πνίγομαι.


Φοβάμαι βλέπεις.. {νιώθω τόσο μικρή όταν το λέω}


Ας μείνουμε για λίγο σιωπηλοί..
μ'αρέσει όταν σωπαίνουμε και με κοιτάς στα μάτια
σαν να ψάχνεις κάτι
κάτι που σου λείπει.


Αν το βρεις, θέλω να μου το πεις!
Θα φροντίσω να κλάψω τοσο δυνατά
ώστε να κυλήσει με τα δάκρυά μου
και μετά θα σ'το προσφέρω ευγενικα..


Δεν ξέρω αν ακους τον κρότο
στην σιωπή μας..
Δεν με τρομάζει, θυμίζει τον κτύπο των καρδιών μας.
Τικ τακ τικ τακ τικ τακ,
όμως όχι ακριβώς έτσι.
Κι εσύ με κοιτάς βαθιά στα μάτια


επιμένων.

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2011

Οι κούφιοι άνθρωποι, οι βαλσαμωμένοι.



Αυτός ακριβώς είναι ο τρόπος που τελειώνει ο κόσμος.. όχι, όχι όπως νόμιζες, όχι μ'εναν πάταγο. Αλλά μ'έναν λυγμό. Μ'έναν λυγμό...



{http://poetry.poetryx.com/poems/784/}


Love me, again and again.

http://www.youtube.com/watch?v=GxsopQLZpCI&feature=related

"just...give me a reason to love you."

Δεν ξέρω αν είναι οι μέρες τέτοιες, ή αν απλώς έχω πάρει την κατηφόρα. Πάντως όταν ήρθες χθες αναρωτήθηκα αν ξέρεις τι ψάχνεις. Αν με ψάχνεις εμένα. Αν νομίζεις πραγματικά ότι έχω ο,τι χρειάζεσαι.  Εγώ όμως..σ'αγαπώ. Αστείο δεν είναι?

Άτιτλον.


Ξαφνικά

σαν αερικό

βρέθηκα εκεί που σε συνάντησα.

Μόνο που τώρα ήταν βράδυ

και το φεγγάρι -μισό πια- στριφογύριζε.



Σύντομα έφτασες κι εσύ, έτσι νόμισα.

Είχες χίονια στα μαλλιά σου

και μύριζες ουρανό.

Είπες δυο λέξεις καινούριες στ'αυτιά μου.

Νόστος
και

Άλγος.



Σε ρώτησα τι πάει να πει αυτό.

Κι εσύ μου απάντησες

"ο νοών νοείτω."

και κίνησες να φύγεις.



Παραξενεύτηκα.

Σ'ακολούθησα, κυνηγώντας την μυρωδιά σου.



Περάσαμε μέσα σπό ανθισμένα λιβάδια,

από δάση με γυμνά δέντρα,

από ερήμους με άγονη γη

και βουνά με κυπαρίσσια και πεύκα.



Μύρισα γιασεμιά, θυμάρι, νέκρα και σιωπή.

Μόνο η μυρωδιά σου από ουρανό

έμενε ίδια..



Ξαφνικά σταμάτησες μπροστά σε μια ελιά,

γονάτισες

και φίλησες τον κορμό της με προσοχή.

Είδα δυο μονάχα δάκρυα να κυλούν απ'τα βαθιά σου μάτια.

Έπεσαν στην γη και ανθίσανε.



Έτρεξα προς το μέρος σου να σ'αγκαλιάσω,

με ανοιχτά τα χέρια.

Τα πόδια μου πετούσαν πια,

η φωνή μου έρρεε σαν ποταμός

και τα μάτια μου έσταζαν επιθυμία

για Επιστροφή

σε σένα.



Μέχρι να σε φτάσω έγινες αέρας.

Έψαξα παντού, μα εσύ άφαντος.



Αργά το βράδυ γύρισα πίσω στην ελιά

και ξάπλωσα δίπλα στον κορμό της.

Φωνές σιγοψιθύριζαν:

νοσταλγία, νοσταλγία, νοσταλγία.



Άνοιξα τα μάτια μου στον έναστρο ουρανό,

στο ίδιο μισό φεγγάρι.

Κατάλαβα..


Ο νοών νοείτω.