στου ποταμού το γύρισμα θα γείρω αργά..σαν Άνοιξη που άργησε να'ρθει

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2011

Άτιτλον.


Ξαφνικά

σαν αερικό

βρέθηκα εκεί που σε συνάντησα.

Μόνο που τώρα ήταν βράδυ

και το φεγγάρι -μισό πια- στριφογύριζε.



Σύντομα έφτασες κι εσύ, έτσι νόμισα.

Είχες χίονια στα μαλλιά σου

και μύριζες ουρανό.

Είπες δυο λέξεις καινούριες στ'αυτιά μου.

Νόστος
και

Άλγος.



Σε ρώτησα τι πάει να πει αυτό.

Κι εσύ μου απάντησες

"ο νοών νοείτω."

και κίνησες να φύγεις.



Παραξενεύτηκα.

Σ'ακολούθησα, κυνηγώντας την μυρωδιά σου.



Περάσαμε μέσα σπό ανθισμένα λιβάδια,

από δάση με γυμνά δέντρα,

από ερήμους με άγονη γη

και βουνά με κυπαρίσσια και πεύκα.



Μύρισα γιασεμιά, θυμάρι, νέκρα και σιωπή.

Μόνο η μυρωδιά σου από ουρανό

έμενε ίδια..



Ξαφνικά σταμάτησες μπροστά σε μια ελιά,

γονάτισες

και φίλησες τον κορμό της με προσοχή.

Είδα δυο μονάχα δάκρυα να κυλούν απ'τα βαθιά σου μάτια.

Έπεσαν στην γη και ανθίσανε.



Έτρεξα προς το μέρος σου να σ'αγκαλιάσω,

με ανοιχτά τα χέρια.

Τα πόδια μου πετούσαν πια,

η φωνή μου έρρεε σαν ποταμός

και τα μάτια μου έσταζαν επιθυμία

για Επιστροφή

σε σένα.



Μέχρι να σε φτάσω έγινες αέρας.

Έψαξα παντού, μα εσύ άφαντος.



Αργά το βράδυ γύρισα πίσω στην ελιά

και ξάπλωσα δίπλα στον κορμό της.

Φωνές σιγοψιθύριζαν:

νοσταλγία, νοσταλγία, νοσταλγία.



Άνοιξα τα μάτια μου στον έναστρο ουρανό,

στο ίδιο μισό φεγγάρι.

Κατάλαβα..


Ο νοών νοείτω.

1 σχόλιο: