στου ποταμού το γύρισμα θα γείρω αργά..σαν Άνοιξη που άργησε να'ρθει

Κυριακή 20 Μαΐου 2012

Έρως ανίκατε μάχαν, κυρίες και κύριοι


Κοίταζες τον ήλιο που έδυε για ώρα
και σώπαινες.
Σώπαινα κι έγω.
Προσπαθούσα από μακριά ν'ανιχνεύσω τους κτύπους της καρδιάς σου.

Έκαψες το καβούκι μου
έκαψες την ασφάλεια
την ζεστασιά
την ευκολία.
Και άνθισα..

Κοιτώντας τα χέρια σου
μου πέρασε στιγμιαία απ'το μυαλό
μην είσαι αυτό που έλεγε ο Πλάτωνας οτι ζούμε για να βρούμε.

Ξεκινήσαμε να περπατούμε αργά
το έδαφος αντιχούσε στο πάτημά μας
κι οι μικρές στιγμές που ζήσαμε χόρευαν σαν λαμπιρίδες παντού γύρω μας.

Με κράτησες απ'την μέση
και έβαλες επιβλητικά το δάκτυλό σου πάνω στα χείλη μου
για να σωπάσεις τις σκέψεις που επέμεναν να πετάγονται από το στόμα άθελά μου.

'Ο Χρόνος
εκείνος ο κύριος με τα μακριά άσπρα γένια
δεν χαρίζεται σε ρομαντισμούς μικρών νεανίδων' ήταν η τελευταία μου σκέψη.

Κι όμως...
είχαμε πει πως θα τον υπερβούμε.
Θυμάσαι;
Φυσικά και θυμάσαι.

Μίλησες, επιτέλους
και κατάλαβα ότι υπήρξα γελοία

Γευόμουν τα αλμυρά δάκρυά μου
ο Φόβος,
ενδεδυμένος το ειρωνικό χαμόγελό του μέχρι τότε,
σώπασε στην παρατεταμένη αγκαλιά σου,
η ανάσα σου ζεστή στον λαιμό μου,
σκέφτηκα ότι αυτη η μυρωδιά σου από νύχτα θα μου λείψει
κάποτε.

Όχι όμως τώρα
όχι σύντομα
και δεν με νοιάζει πότε.

Άνθισαν γαρδένιες παντού γύρω μας
φάνηκε πως ο Φόβος κρύφτηκε στην φωλιά του
όταν είδε ότι δεν μας νικά.

'Ηρθε ξανά η Ανοιξή και μας ανήκει
επειδή αγαπούμε.

Παραφέρομαι
παραφέρεσαι
παραφερόμαστε.

Ατέρμονα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου